6 χρόνια μετά την ηρωική εξέγερση των φοιτητών και του λαού στο Πολυτεχνείο, για τις άμεσες αντιδικτατορικές, δημοκρατικές, οικονομικές, κοινωνικές και πολιτικές διεκδικήσεις και για την αντιιμπεριαλιστική και αντικα-πιταλιστική διέξοδο της Λαϊκής Κυριαρχίας κι Εξουσίας, ενάντια στη στρατιωτική δικτατορία, αλλά κι ενάντια στη διαρκή δικτατορία των μονοπωλίων, της ΕΟΚ και του NATO, ο αγώνας συνεχίζεται ακριβώς στην ίδια κατεύθυνση. Και μάλιστα φέτος πετυχαίνει μια μερική, πολιτική και κοινωνική κατάκτηση, «δικαίωση», με την εκλογική συντριβή του νεοφιλελευθερισμού και της δεξιάς (δηλαδή αυτής ακριβώς της δικτατορίας των μονοπωλίων και των ντόπιων εκπροσώπων της) και δίνοντας ένα εκλογικό ποσοστό 60% (που κοινωνικά είναι πολύ περισσότερο) στα κόμματα της αριστεράς, που έχουν σοσιαλιστική και κομμουνιστική αναφορά και κοινωνική βάση.
Αν δεν έγινε αυτό είναι γιατί οι γραφειοκρατικές ηγεσίες κάθε απόχρωσης πρόδωσαν αυτή την πάλη, προτιμώντας τη συμβίωση με τον καπιταλισμό, σε εθνικό και παγκόσμιο επίπεδο. Έχτισαν τείχη ανάμεσα στον καπιταλισμό και τη σοσιαλιστική επανάσταση, όχι για να υπερασπίσουν το σοσιαλισμό, αλλά για να εμποδίσουν το βάθεμα του και την επέκταση του στις ίδιες τους τις χώρες και σε όλο τον κόσμο. Υπεράσπισαν το Εργατικό Κράτος και τις συνδικαλιστικές, κοινωνικές, οικονομικές και πολιτικές κατακτήσεις στις υπόλοιπες χώρες, όπως στην Ελλάδα, μόνο στο βαθμό που αυτό εξυπηρετούσε τα συμφέροντα προνομιούχας κάστας -όχι ακόμα τάξης στα Εργατικά Κράτη- της γραφειοκρατίας, που παρασιτούσε πάνω στο υγιές σώμα του Εργατικού Κράτους. Όταν όμως είδαν ότι η ανάπτυξη του ίδιου του Εργατικού Κράτους, η κοινωνική και οικονομική του ανωτερότητα και η ταξική, επαναστατική και σοσιαλιστική πάλη στον κόσμο , έβαλε σε μεγάλο κίνδυνο τα συμφέροντα τους (μια έκφραση αυτής της ανάπτυξης ήταν η πολιτική του Αντροπόφ προς τα μέσα και προς τα έξω, αντιγραφειοκρατική προοπτική, επιστροφή στον Λένιν και τα σοβιέτ, σινο-σοβιετική προσέγγιση, προώθηση της ενότητας του παγκόσμιου κομμουνιστικού κινήματος, κτλ), αυτές οι γραφειοκρατικές ηγεσίες, κάθε απόχρωσης, προτίμησαν τον καπιταλισμό από το Εργατικό Κράτος και την επανάσταση. Είναι τότε που η ίδια γραφειοκρατία, αυτή που είχε ανυψώσει τα «τείχη» με τον καπιταλισμό, τα γκρέμισε με την ίδια ευκολία, για να περάσει ανοιχτά, «ειλικρινά», στον καπιταλισμό. Το γκρέμισμα του τείχους του Βερολίνου, εκφράζε αυτή την παγκόσμια λιποταξία και προδοσία της γραφειοκρατίαςκαι τα βρικολακιασμένα κατάλοιπα της (Γκορμπατσόφ και σία), το γιόρτασαν φέτος, μαζί με τον παγκόσμιο καπιταλισμό, 20 χρόνια μετά.
Τέτοια προδοσία είχαμε και στην Ελλάδα, αφού η γραφειοκρατία παρέδωσε την εξουσία του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ στον καπιταλισμό και μετά από 30 χρόνια, το 1974, παρέδωσε τις αντιδικτατορικές κι επαναστατικές συνέπειες της Εξέγερσης του Πολυτεχνείου του 1973, στους εκπροσώπους της αστικής τάξης. Αλλά όπως και σε όλο τον κόσμο, ο ελληνικός λαός και η εργατική, φοιτητική, αγροτική, κομμουνιστική και σοσιαλιστική πρωτοπορία του, δεν σταμάτησαν ούτε στιγμή την ταξική κι επαναστατική του πάλη. Αυτό ανάμεσα στ’ άλλα εκφράστηκε -δεν αντιπροσωπεύτηκε γνήσια, λόγω έλλειψης επαναστατικής, σοσιαλιστικής ηγεσίας- στη συντριβή της δεξιάς και του κέντρου στις εκλογές του 1981, όταν το ΠΑΣΟΚ, με συνθήματα ενάντια στον ιμπεριαλισμό, την ΕΟΚ και το NATO, για «συνέχιση του ΕΑΜ και του Πολυτεχνείου», «το ΠΑΣΟΚ στην Κυβέρνηση ο Λαός στην Εξουσία» και «σοσιαλισμός στις 18» κι απέναντι σε μια ηγεσία του ΚΚΕ που ακόμα έψαχνε για το «πρώτο στάδιο» του «περιορισμού της ασυδοσίας των μονοπωλίων» -στάδιο που τώρα έχει ξεπεράσει και κριτικάρει- πήρε την κυβέρνηση με 48%, ενώ ταυτόχρονα το ΚΚΕ πήρε 11%, δηλαδή ένα σύνολο πάνω από 60% στην αριστερά, μαζί με το 1,4% του λεγόμενου ΚΚΕ εσωτερικού. Μια εκλογική νίκη, που κάτω από την πίεση του ευνοϊκού εκείνη τη στιγμή για την επανάσταση παγκόσμιου συσχετισμού των δυνάμεων -η γραφειοκρατία δεν είχε προδώσει ακόμα ανοιχτά- και κάτω από την πίεση της ωρίμανσης του ελληνικού λαού και της πάλης του, ακολουθήθηκε από μια πρώτη τετραετία του ΠΑΣΟΚ, που πλησίασε πολύ κοντά στο Επαναστατικό Κράτος, στο λεγόμενο τότε «μη καπιταλιστικό δρόμο ανάπτυξης», με την έμμεση -σωστή σ’ αυτή την περίπτωση- στήριξη του ΚΚΕ. Επρόκειτο για έναΚοινωνικό Επαναστατικό Κράτος, πρώτα πρώτα δομημένο στη σκέψη και στην καρδιά της κοινωνίας, του ελληνικού λαού και με κοινωνικές κατακτήσεις που δεν μπορούσαν για πολύ να συνυπάρξουν και να παραμείνουν στα καπιταλιστικά πλαίσια -που ακόμα κυριαρχούσαν στην οικονομία-, αλλά είχαν αντίθετα μια δυναμική που τα ξεπερνούσε, βάζοντας τις βάσεις γι’ αυτό, ακόμα και στο πολιτι-κο-οργανωτικό πεδίο, μέσα από τη θεσμοθέτηση λαϊκών συμμετοχικών δομών, όπως ήταν τα Συνοικιακά Συμβούλια. Σαν πρώτος πυλώνας κι εμπειρία για την εγκαθίδρυση της Λαϊκής Εξουσίας, με Άμεση Δημοκρατία, απέναντι στη χρεοκοπημένη και διεφθαρμένη αντιπροσωπευτική, αστική δημοκρατία. Άλλωστε η δημιουργία Λαϊκών Συμβουλίων ήταν σύνθημα και δράση πριν και κατά τη διάρκεια της Εξέγερσης του Πολυτεχνείου του 1973.
Το Κοινωνικό Επαναστατικό Κράτος ήταν μια κατάκτηση ποιοτική, ένα άλμα στη συσσωρευμένη πάλη, εμπειρία κι ωρίμανση του ελληνικού λαού, που σαν τέτοια θα μπορούσε να γυρίσει πίσω -και γύρισε- μόνο από μια μαζική παράδοση της ηγεσίας της αριστεράς στον καπιταλισμό. Πράγμα που έγινε. Και βέβαια όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και σ’ όλο τον κόσμο, ιδιαίτερα στην Ευρώπη, αρχίζοντας από τα μέσα της δεκαετίας του ’80 και μάλιστα από τη σοβιετική γραφειοκρατία, που κορύφωσε τη στροφή του ευρωκομουνισμού, του ευρωσοσιαλισμού, του ρεφορμισμού, του αναθεωρητισμού, της «ειρηνικής συνύπαρξης με τον καπιταλισμό» και του «τρίτου δρόμου», ανοιχτά προς τον πρώτο δρόμο, δηλαδή προς τον καπιταλιστικό. Είναι γι’ αυτό που και στην Ελλάδα, υπήρξε το πισωγύρισμα των κατακτήσεων της πρώτης τετραετίας του ΠΑΣΟΚ. Αλλά ακριβώς επειδή επρόκειτο για ένα ποιοτικό ιστορικό άλμα, που έδειχνε δηλαδή το κατακτημένο κι ανεπίστρεπτο επίπεδο της ωρίμανσης των αντικειμενικών συνθηκών και των μαζών για το σοσιαλιστικό μετασχηματισμό, θα επιστρέψει, με την πρώτη ευκαιρία που θα βρουν οι μάζες, στην αναζήτηση τους για νέες ηγεσίες, που θ’ αντικαταστήσουν αυτές που τις πρόδωσαν. Αρκεί μια νέα, ταξική, επαναστατική σοσιαλιστική ηγεσία στην Ελλάδα, για να επιστρέψει στο Κοινωνικό Επαναστατικό Κράτος κι από εκεί στο Εργατικό Κράτος και το σοσιαλισμό, σαν μέρος της ευρωπαϊκής και παγκόσμιας σοσιαλιστικής ηγεσίας και του σοσιαλισμού. Το ίδιο θα συμβεί και σε ανώτερο μάλιστα επίπεδο, στα πρώην Εργατικά Κράτη, αρχίζοντας από την πρώην Σοβιετική Ένωση, όπου οι μάζες παραμένουν σοβιετικές, μαζί μ’ ένα πλειοψηφικό κομμάτι των Ενόπλων Δυνάμεων και αναδιοργανώνουν τα Κομμουνιστικά Κόμματα, που η προηγούμενη γραφειοκρατία θέλησε να τα διαλύσει. Όπως έγινε και στην Ελλάδα, όπου η γραφειοκρατία του, πιστή στο σοβιετική γραφειοκρατία… άρα και του Γκορμπατσόφ, προσπάθησε να διαλύσει το ΚΚΕ. Όπως έγινε και στο ΠΑΣΟΚ, όπου η φιλοκαπιταλιστι-κή κλίκα του Σημίτη, προσπάθησε να το διαλύσει. Ήταν η τελειωτική μαχαιριά που θέλησαν να δώσουν στο κομμουνιστικό και σοσιαλιστικό κίνημα, πριν δραπετεύσουν οριστικά προς τον καπιταλισμό. Αλλά οι μάζες της Ελλάδας και όλου του κόσμου δεν επέτρεψαν σχεδόν πουθενά να διαλυθούν τα Κομμουνιστικά και Σοσιαλιστικά Κόμματα. Ακόμα κι όταν αυτά πέρασαν μέσα από μια κρίση αποσύνθεσης και διάλυσης, όπως στην Ιταλία, τη Γαλλία, την Ευρώπη γενικά, άμεσα έφτιαξαν καινούργια, γιατί ήταν μια δική τους, αναγκαία και ποιοτική κατάκτηση. Τη διαρκή «Κρίση Ανόδου» των Κομμουνιστικών Κομμάτων και «Κρίση Αναπροσανατολισμού» των Σοσιαλιστικών (χαρακτηρισμοί του Χ. Ποσάδας) , η γραφειοκρατική ηγεσία προσπάθησε να την μετατρέψει σε κρίση διάλυσης. Αλλά οι κομμουνιστικές και σοσιαλιστικές κοινωνικές βάσεις τους δεν το επέτρεψαν και ανοικοδομούν και χρησιμοποιούν αυτά τα Κόμματα για τους δικούς τους ταξικούς κι επαναστατικούς σκοπούς, σαν μέρος της οικοδόμησης της νέας επαναστατικής ηγεσίας. Οι μάζες του κόσμου παρέμειναν σοσιαλιστικές και κομμουνιστικές και παντού είναι έτοιμες -το δείχνουν ακόμα και οι δημοσκοπήσεις στα πρώην.Εργατικά Κράτη- να οικοδομήσουν και ν’ ανοικοδομήσουν τη νέα, σοσιαλιστική κοινωνία, ρίχνοντας τα τείχη που ορθώνει ο νεοφιλελεύθερος, βάρβαρος, διεφθαρμένος, εγκληματικός και πολεμικός καπιταλισμός -αυτός είναι ο «πρώτος δρόμος», ο χωρίς επιστροφή καπιταλιστικός δρόμος- στην πρόοδο του ανθρώπινου πολιτισμού.
Οι γραφειοκρατικές ηγεσίες εγκατέλειψαν τις μάζες, γιατί την κρίσιμη στιγμή προτίμησαν τον καπιταλισμό, αλλά οι μάζες δεν εγκαταλείπουν την ανάγκη για ηγεσίες, γιατί έχουν μάθει το μαρξιστικό-λενινιστικό συμπέρασμα, καλύτερα από όλες τις ηγεσίες, ότι παρά την ωρίμανση των αντικειμενικών συνθηκών και των μαζών για το σοσιαλισμό, είναι αναγκαία η επαναστατική, επιστημονική μαρξιστική ηγεσία, για ν’ ανατρέψουν τον καπιταλισμό και πολύ περισσότερο για να οικοδομήσουν το σοσιαλισμό. Γι’ αυτό και σ’ όλο τον κόσμο ψάχνουν να την οικοδομήσουν, τόσο μέσα από νέες ηγεσίες και Κόμματα, όπως στη Λατινική Αμερική, όσο και μέσα από την ανοικοδόμηση των παραδοσιακών και δοκιμασμένων πολιτικών και κομματικών κατακτήσεων τους. Βρισκόμαστε στη φάση της ιστορίας όπου αυτό που τη χαρακτηρίζει δεν είναι η έλλειψη επαναστατικής ηγεσίας, -ακόμα βέβαια λείπει-, αλλά η θέληση και η πάλη των μαζών να την οικοδομήσουν και να την ανοικοδομήσουν, καθώς και οι κατακτήσεις που κάνουν και σ’ αυτό το πεδίο, μετά την ομαδική φυγή της γραφειοκρατίας προς το αντίπαλο στρατόπεδο.
Σ’ αυτή την κατεύθυνση είναι και το αποτέλεσμα των πρόσφατων κοινοβουλευτικών εκλογών στην Ελλάδα. Η ήττα της δεξιάς και η κρίση αποσύνθεσης και διάλυσης της και η νίκη της σοσιαλιστικής, κομμουνιστικής, ριζοσπαστικής και οικολογικής αριστεράς, δεν είναι επίτευγμα των ηγεσιών τους, αλλά των κοινωνικών βάσεων αυτών των Κομμάτων, που κατάφεραν μέσα από την πάλη και ωρίμανση τους, να σπρώξουν αυτές τις ηγεσίες σε μια αριστεροποίηση, που τα τοποθετεί στο πιο αριστερό, αντίστοιχο, φάσμα της Ευρώπης και όχι μόνο. Δεν είναι καθόλου τυχαία η σύμπτωση του εκλογικού ποσοστού 60% της αριστεράς, το 1981 και το 2009. Όπως αναλύουμε στα συμπεράσματα μας για τις εκλογές του Οκτώβρη του 2009, αυτό οφείλεται στο ότι και τότε και τώρα, υπήρξε μια σχετική, μερική, αρμονία ανάμεσα στη σοσιαλιστική ωρίμανση του ελληνικού λαού και τις προεκλογικές και προγραμματικές τοποθετήσεις των ηγεσιών τους. Το ΠΑΣΟΚ, κύρια μέσα από τις δηλώσεις του προέδρου του και τωρινού πρωθυπουργού Γ. Παπανδρέου, θύμισε το ΠΑΣΟΚ του 1981, με αποκορύφωμα το «Σοσιαλισμός ή Βαρβαρότητα» και «Για μια Ενωμένη Σοσιαλιστική Ευρώπη», όπως είπε στη Σοσιαλιστική Διεθνή. Το ΚΚΕ, με το Πρόγραμμα της Λαϊκής Εξουσίας και Οικονομίας και του Αντιιμπεριαλιστικού Κοινωνικοπολιτικού Μετώπου και με την κριτική και αυτοκριτική αποτίμηση των αιτίων των ανατροπών στα πρώην Εργατικά Κράτη, του πρόσφατου Συνεδρίου του, χαράζει τον αναγκαίο δρόμο προς το Επαναστατικό κι Εργατικό Κράτος, πράγμα που εμείς πιστεύουμε ότι σύντομα θα καθορίσει και την αναγκαία κυβερνητική, ενιαιο-μετωπική, επαναστατική, λενινιστική τακτική που θα προωθήσει στην πράξη αυτό το δρόμο, καλύπτοντας ένα κενό που σήμερα υπάρχει, όχι βέβαια με κύρια ευθύνη του ΚΚΕ. Κι εμείς πιστεύουμε πραγματικά ότι είναι το Κόμμα εκείνο που τώρα μπορεί και πρέπει να συνεχίσει πρωτοπόρα, σαν ο εκπρόσωπος του Εργατικού Κράτους, σαν «ο φάρος που φωτίζει το δρόμο προς το σοσιαλισμό», την πάλη του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ-ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟΥ. Ο Συνασπισμός, με το πρόσφατο Συνέδριο του, είναι ίσως το πιο αριστερό Κόμμα του Κόμματος της Ευρωπαϊκής Αριστεράς. Αλλά και οι Οικολόγοι, παρά τις πρώτες αμφιταλαντεύσεις τους, δείχνουν ότι προτιμούν το Μέτωπο με την Αριστερά, παρά με τον καπιταλισμό. Αλλά είναι τελικά ο ελληνικός λαός, οι κοινωνικές βάσεις και η πρωτοπορία αυτών των Κομμάτων της Αριστεράς, που θα ελέγξουν, θα κρίνουν, θα σπρώξουν, αλλά και θ’ αλλάξουν αν χρειαστεί τις ηγεσίες τους, προκειμένου να οδηγηθεί η χώρα και πάλι προς το Επαναστατικό κι από εκεί στο Εργατικό Κράτος. Γκρεμίζοντας αργά ή γρήγορα τα τείχη που βάζει ο καπιταλισμός, με τις βάρβαρες καπιταλιστικές σχέσεις ιδιοκτησίας και καταλήστευσης του πλούτου, ανάμεσα στον παραγωγό και τα προϊόντα του μόχθου του κι ανάμεσα στην κοινωνικοποιημένη παραγωγή και την κοινωνικοποίηση και ίση διανομή των προϊόντων αυτής της παραγωγής. Οι ρυθμοί και οι προθεσμίες, οι χώροι και οι χρόνοι που θα γίνει αυτό το γκρέμισμα των καπιταλιστικών τειχών, για να περάσουμε στο σοσιαλισμό, πρέπει κα μπορούν να έχουν ταχύτητα τουλάχιστον ανάλογη μ’ αυτή που η γραφειοκρατία γκρέμισε τα σοσιαλι-στικά τείχη, δηλ, τις ταξικές, κόκκινες, διαχωριστικές γραμμές, για να περάσει στον καπιταλισμό. Ο καπιταλισμός είναι όσο ποτέ αδύναμος για να μπορέσει να το εμποδίσει αυτό. Ο Ομπάμα τρέχει στο Κινέζικο Εργατικό Κράτος -παραμένει τέτοιο, παρά τη φιλοκαπιταλιστική τάση τομέων της γραφειοκρατικής ηγεσίας του-, για να σώσει το δολάριο και την ολοκληρωτική χρεοκοπία του παγκόσμιου καπιταλισμού. Το σύστημα αυτό, το μόνο πια που μπορεί να κάνει, είναι να τρομοκρατεί και να δολοφονεί, με τους διάφορους Αλμούνια, αλλά και με τους πολεμικούς, στρατιωτικούς, παρακρατικούς, προβοκατόρικους, εγκληματικούς μηχανισμούς και συμμο-ρίες-φαντάσματα, που καθοδηγεί στην Ελλάδα και σ’ όλο τον κόσμο. Το σύστημα ξέρει ότι οι μάζες δεν τρομοκρατούνται, αλλά επίσης ξέρει ότι αυτή η τρομοκρατία βολεύει τις γραφειοκρατικές ηγεσίες, για να δικαιολογούν την καθυστέρηση και το πισωγύρισμα στο γκρέμισμα των καπιταλιστικών τειχών. Αυτός που έχει τρομοκρατηθεί πραγματικά, ιστορικά, είναι ο ευρωπαϊκός και παγκόσμιος καπιταλισμός, γιατί βλέπει ότι η ανθρωπότητα κινείται εναντίον του, κοινωνικά, πολιτικά, οικονομικά, δημοκρατικά, λαϊκά, αλληλέγγυα, επαναστατικά, σοσιαλιστικά. Και η εκλογική νίκη των Κομμάτων της Αριστεράς στην Ελλάδα, είναι ένα στοιχείο αυτού του τρόμου του συστήματος, του φόβου του μήπως η Ελλάδα γίνει παράδειγμα για την αριστεροποίηση όλης της Ευρώπης. Μήπως γρήγορα η Ελλάδα γίνει ένα κομμάτι του «πολλά Βιετνάμ, πολλές Βενεζουέλες, πολλά Πολυτεχνεία» στην Ευρώπη.